Στα πλαίσια του μαθήματος της ΝΕ Γραμματείας, οι μαθητές του Α1 και του Α2 του σχολείου μας διάβασαν το μυθιστόρημα του Λουίς Σεπούλβεδα «Η ιστορία του γάτου που έμαθε σ΄ ένα γλάρο να πετάει». Το βιβλίο συζητήθηκε στην τάξη, δραματοποιήθηκε, σχολιάστηκε, στάθηκε αφορμή για εικαστικές και ποιητικές δημιουργίες των μαθητών. Στο τέλος όλοι έγραψαν και βιβλιοκριτική. Παρακάτω μπορείτε να διαβάσετε τις εκτιμήσεις δύο συμμαθητών σας. Θα σας πείσουν άραγε να διαβάσετε το βιβλίο;
Η υπεύθυνη καθηγήτρια: Σουβατζόγλου Σοφία
Βιβλιοκριτικές
Ακολουθούν οι βιβλιοκριτικές των μαθητών του Α1 Γιώργου Γεωργιάδη και της Μαρίας Καραντζή
Του Γιώργου Γεωργιάδη, Α1
«Πετάει μόνο αυτός που τολμάει να πετάξει»
Το βιβλίο με τίτλο «Η ιστορία του γάτου που έμαθε σε ένα γλάρο να πετάει» είναι ένα αλληγορικό μυθιστόρημα του Λουίς Σεπούλβεδα, που εκδόθηκε το 1996 στα ισπανικά, με εικονογράφηση από την Claudia Bielinsky. Στα Ελληνικά κυκλοφορεί σε μετάφραση του Αχιλλέα Κυριακίδη από τον εκδοτικό οίκο Opera. Αποτελείται από 150 περίπου σελίδες και δύο μέρη. Έχει διασκευαστεί σε κινηματογραφική ταινία κινουμένων σχεδίων και σε θεατρικό κείμενο. Στο οπισθόφυλλο του βιβλίου υπάρχει ένα απόσπασμα από το βιβλίο, εξαιτίας του οποίου όσοι δεν το έχουν διαβάσει θα οδηγηθούν σε πολλά ερωτήματα. Είναι η στιγμή της πρώτης συνάντησης δύο τόσο διαφορετικών πλασμάτων.
Ο τίτλος του βιβλίου αναφέρει όλη την εξέλιξη της ιστορίας αλλά μας δημιουργεί και απορίες, όπως το πώς έμαθε ένας γάτος σε ένα γλάρο να πετάει. Ο τόπος που διαδραματίζεται η ιστορία είναι το Αμβούργο, προς το τέλος του 20 αιώνα. Η ιστορία μας ξεκινά με την Κενγκά, μία γλαροπούλα να πετάει με το σμήνος της πάνω από τη Βόρεια θάλασσα. Ξαφνικά όμως παγιδεύεται σε μία πετρελαιοκηλίδα. Ύστερα από πολλές απέλπιδες προσπάθειες, τα καταφέρνει και φτάνει στο Αμβούργο. Εκεί συναντάει ένα γάτο που τον λένε Ζορμπά κι είναι «μαύρος και πελώριος και χοντρός». Λίγο πριν πεθάνει η έγκυος γλαροπούλα του ζητάει τρεις χάρες: 1) Να μη φάει το αβγό της, 2) Να το φροντίσει, μέχρι να γεννηθεί το γλαρόνι και 3) Να το μάθει να πετάει. Ο Ζορμπάς τρομοκρατημένος δέχεται και σπεύδει να ζητήσει βοήθεια από τους άλλους γάτους του λιμανιού αλλά, μόλις γυρνάει, βλέπει την Κενγκά νεκρή. Την θάβουν το ίδιο βράδυ. Πρόκειται μάλιστα για μία σκηνή εξαιρετικού λυρισμού, καθώς στο πένθος συμμετέχουν σχεδόν όλα τα ζώα. Ο Ζορμπάς κλωσάει το αβγό και, μόλις εκκολάπτεται, το φροντίζει σαν να ήταν η μαμά του. Οι γάτοι του λιμανιού αναγνωρίζουν το φύλο της με τη βοήθεια ενός καραβόγατου φίλου τους, του Σταβέντο. Τελικά την ονομάζουν Καλότυχη, επειδή είχε την τύχη να βρεθεί μπροστά τους. Προσπαθούν να τη μάθουν να πετάει αλλά δεν τα καταφέρνουν. Τελικά αποφασίζουν να καταρρίψουν ένα ταμπού (να μιλήσουν δηλαδή σε έναν άνθρωπο). Καθόλου τυχαία καταλήγει να μιλήσει ο Ζορμπάς σε έναν ποιητή, εφόσον αυτός «πετάει με τα λόγια του».
Οι αφηγηματικοί τρόπου που κυριαρχούν είναι η τριτοπρόσωπη αφήγηση, λεπτομερειακή, ενδιαφέρουσα και ο διάλογος, ζωντανός, έξυπνος, αστείος, που ζωντανεύει τα πρόσωπα Υπάρχουν και μερικά σημεία με περιγραφή, εσωτερικό μονόλογο, μονόλογο και σχόλια. Αντίστοιχα η πλοκή του έργου είναι πρωτότυπη, έξυπνη και μάλλον περίεργη. Τα πρόσωπα που κυριαρχούν είναι ο Ζορμπάς, οι φίλοι του, η Καλότυχη και ο ποιητής. Εδώ αξίζει να πούμε ότι ο συγγραφές χρησιμοποιεί την τεχνική του ανιμισμού, δηλαδή οι πρωταγωνιστές του, μολονότι είναι κυρίως ζώα, ενεργούν και σκέφτονται σαν άνθρωποι.
Τα μηνύματα που προσπαθεί να μας περάσει ο συγγραφέα είναι ότι πρέπει να αποδεχόμαστε αυτούς που είναι διαφορετικοί από εμάς και να προσπαθούμε πολλές φορές για να πετύχουμε έναν στόχο μας. «Πετάει μόνο αυτός που τολμάει να πετάξει», είναι ίσως η πιο εμβληματική φράση του έργου. Ταυτόχρονα ο Σεπούλβεδα καταγγέλλει τη ρύπανση των θαλασσών από μολυσματικές ουσίες, όπως είναι το πετρέλαιο, και την εκμετάλλευση/κακομεταχείριση των ζώων.
Η άποψη μου γι’ αυτό το βιβλίο είναι ότι μπορεί να διαβαστεί και από ενήλικες, γιατί περνάει πολλά μηνύματα, που τα καταλαβαίνουν ίσως ευκολότερα οι μεγάλοι, αλλά μπορεί να διαβαστεί και από μικρούς για διασκέδαση. Ενδεχομένως ένα μικρό παιδί να μην κατανοήσει όλα τα μηνύματα που περνάει το βιβλίο, με την πρώτη φορά που θα το διαβάσει. Σίγουρα όμως θα μπει σε σκέψεις, θα προβληματιστεί, ενώ ταυτόχρονα θα απολαύσει μια διασκεδαστική περιπέτεια με πολύ χιούμορ.
Συμπερασματικά, μιλάμε για μια τρυφερή αλληγορία, με δράση, ανατροπές, απολαυστικές στιγμές, άλλοτε συγκίνησης και άλλοτε γέλιου. Είτε είστε 9 είτε 89 χρονών, αξίζει να διαθέσετε λίγο από τον χρόνο σας για να διαβάσετε του βιβλίο του Σεπούλβεδα. Είναι σίγουρα ένας συναρπαστικός παραμυθάς!
Της Μαρίας Καραντζή, Α1
«Είναι πολύ εύκολο ν΄αποδέχεσαι και ν΄ αγαπάς αυτούς που είναι σαν κι εσένα, αλλά πολύ δύσκολο κάποιον που είναι διαφορετικός»
Το βιβλίο «Η ιστορία ενός γάτου που έμαθε σ΄ ένα γλάρο να πετάει» του Λουίς Σεπούλβεδα δημοσιεύτηκε στα ισπανικά το 1996 με εικονογράφηση της Claudia Bielinsky. Στα ελληνικά κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Opera, σε μετάφραση του Αχιλλέα Κυριακίδη. Το σχετικά σύντομο αυτό μυθιστόρημα είναι μία τρυφερή, συγκινητική και ταυτόχρονα χιουμοριστική ιστορία, που αξίζει να την έχουν όλοι, μικροί και μεγάλοι, στη βιβλιοθήκη τους.
Ο τίτλος του βιβλίου είναι μάλλον ασυνήθιστος, γιατί προοικονομεί όλη την ιστορία. Ωστόσο μας δημιουργεί ένα τεράστιο ερωτηματικό για το ¨πώς¨ είναι δυνατόν ένας γάτος να μάθει σε έναν γλάρο να πετάει. Σχεδόν μας προκαλεί να το διαβάσουμε.Το μυθιστόρημα είναι χωρισμένο σε δύο μέρη και αποτελείται από 154 σελίδες. Το βασικό του χαρακτηριστικό είναι ότι οι περισσότεροι ήρωες του είναι ζώα, τα οποία όμως συμπεριφέρονται και σκέφτονται σαν να είναι άνθρωποι. Το καθένα έχει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του, στην εμφάνιση, στην ιδιοσυγκρασία, ακόμα και στις ατάκες. Αυτό κάνει το βιβλίο πιο ζωντανό, διασκεδαστικό και κατάλληλο για παιδιά. Πρόκειται για την γνωστή τεχνική του ανιμισμού, που χρησιμοποιείται στα περισσότερα παραμύθια.
Η ιστορία έχει ως εξής: Μία γλαροπούλα, η Κενγκά, που ήταν έγκυος, έκανε ένα μεγάλο ταξίδι μαζί με το σμήνος της. Πείνασε όμως και έπεσε στη θάλασσα να φάει. Αφού βούτηξε βαθιά, για να πιάσει ρέγκες, παγιδεύτηκε σε μια τεράστια πετρελαιοκηλίδα, η οποία εμφανίστηκε αιφνιδιαστικά. Ύστερα από αγωνιώδεις προσπάθειες, πέταξε μέχρι την αυλή ενός σπιτιού, του οποίου οι ιδιοκτήτες είχαν πάει ταξίδι και είχαν αφήσει εκεί μόνο τον γάτο τους, τον Ζορμπά. Αυτός την είδε και, αναστατωμένος όπως ήταν, της έδωσε τρεις υποσχέσεις: Να μην φάει το αυγό, να το φροντίσει και αργότερα να του μάθει να πετάει. Η στάση της Κενγκά δείχνει την αγάπη της μητέρας, που σκέφτεται μέχρι το τέλος το παιδί της, ακόμα κι όταν ξέρει ότι η ίδια θα πεθάνει. Ο Ζορμπάς (το όνομά του είναι ένας φόρος τιμής του Σεπούλβεδα στον Ν. Καζαντζάκη και στον ομώνυμο ήρωά του) καταφεύγει στους φίλους του, τους γάτους του λιμανιού, και οι περιπέτειες αρχίζουν!
Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί κυρίως τριτοπρόσωπη αφήγηση αλλά σε πολλά σημεία και σπαρταριστούς διαλόγους, οι οποίοι κάνουν το κείμενο πολύ ζωηρό, ζωντανό και φυσικό. Σχεδόν θεατρικό. Δεν είναι να απορεί κανείς που η «Ιστορία» έχει παρασταθεί κατ΄ επανάληψη στο θέατρο. Η γλώσσα είναι απλή και κατανοητή, ώστε να την καταλαβαίνουν μικροί και μεγάλοι. Το ύφος παραστατικό, καταγγελτικό όταν χρειάζεται, και χιουμοριστικό. Απογειώνεται με τις εμβόλιμες φράσεις που επαναλαμβάνονται σταθερά, σαν ένα «κλείσιμο του ματιού» στον αναγνώστη. Πολύ ευρηματικές και οι ατάκες που δείχνουν την έκπληξη του καραβόγατου, του Σταβέντο.
Ο Σεπούλβεδα, μέσα από αυτή την απρόσμενη περιπέτεια, μας δείχνει πόσο σημαντικό είναι να προσπαθούμε με υπομονή και επιμονή να πετύχουμε τους στόχους μας, να είμαστε ο εαυτός μας, να αποδεχόμαστε τη διαφορετικότητα, να έχουμε αλληλεγγύη μεταξύ μας, να τηρούμε τις υποσχέσεις μας, να αγαπάμε τα ζώα και τη φύση, να προστατεύουμε το περιβάλλον, Παράλληλα καταγγέλλει την οικολογική καταστροφή που προκαλούν οι άνθρωποι, τα βασανιστήρια στα οποία υποβάλλουν τα ζώα και έμμεσα την απληστία και αλαζονεία των σύγχρονων ανθρώπων. Όχι όλων των ανθρώπων όμως. Πάντα υπάρχουν οι φωτεινές εξαιρέσεις, όπως οι άνθρωποι στα «πλεούμενα, όπου κυμάτιζε η σημαία με τα χρώματα της ίριδος». Ας μην ξεχνάμε άλλωστε πως και ο ίδιος ο Σεπούλβεδα υπήρξε ακτιβιστής της Greenpeace. Έτσι ξεκινά την ιστορία με ένα πρόβλημα το οποίο έχει δημιουργήσει ο άνθρωπος (θαλάσσια ρύπανση), τελειώνει όμως με έναν άνθρωπο (τον Ποιητή), ο οποίος συντελεί στην επίλυση του προβλήματος που προέκυψε από το πρώτο.
Ο συγγραφέας μας προβληματίζει, μας ευαισθητοποιεί, ενώ ταυτόχρονα απολαμβάνουμε μία ιστορία γεμάτη ανατροπές και χιούμορ. Όλα αυτά που θίγει ή που θέλει να περάσει στον αναγνώστη, τα περνά με έναν πολύ ευχάριστο και καθόλου πληκτικό ή ενοχλητικά διδακτικό τρόπο.
Το βιβλίο διαβάζεται απνευστί από αναγνώστες όλων των ηλικιών και όχι μόνο από παιδιά. Ο συγγραφέας είναι ένας ευφάνταστος παραμυθάς, που προσπαθεί μέσα από το βιβλίο του να μας αφυπνίσει πάνω σε διάφορα θέματα: επίκαιρα, όπως η θαλάσσια ρύπανση ή και διαχρονικά, όπως η αποδοχή της διαφορετικότητας. Για όλους αυτούς τους λόγους θα σας πρότεινα να διαβάσετε το βιβλίο. Είναι μια αληθινά απολαυστική αλληγορία.